Η Cerevel Therapeutics ενσωματώνεται στην AbbVie μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς της.

“Η εξαγορά της Cerevel ενισχύει τα θεμέλια της AbbVie στον τομέα της νευρολογίας και μας δίνει την κατάλληλη τοποθέτηση, ώστε να επιτύχουμε βιώσιμες και μακροπρόθεσμες επιδόσεις, την επόμενη δεκαετία», δήλωσε ο Robert A. Michael, Chief Executive Officer της AbbVie. «Οι νέοι συνάδελφοί μας από τη Cerevel μοιράζονται τη δέσμευσή μας για να συμβάλλουμε θετικά και ουσιαστικά στη ζωή των ασθενών που ζουν με νευρολογικές και ψυχιατρικές παθήσεις. Καλωσορίζουμε με ενθουσιασμό την ταλαντούχα ομάδα της Cerevel στην AbbVie”.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της AbbVie, η Cerevel έχει στη διάθεση της αρκετά προγράμματα με θεραπείες υπό ανάπτυξη για διάφορες νευρολογικές και ψυχιατρικές παθήσεις, όπως η σχιζοφρένεια, η νόσος του Πάρκινσον και οι διαταραχές της διάθεσης, όπου υπάρχουν σημαντικές ανεκπλήρωτες ανάγκες για τους ασθενείς. Οι αναπτυσσόμενες θεραπευτικές λύσεις της Cerevel ενισχύουν σε μεγάλο βαθμό το υπάρχον χαρτοφυλάκιο της AbbVie στον τομέα της νευρολογίας, καθιστώντας την ολοκλήρωση της εξαγοράς ένα σημαντικό βήμα προς την παροχή νέων και πιο αποτελεσματικών θεραπειών.
Κατά την ανακοίνωση, το emraclidine είναι ένας δυνητικά ανώτερος αντιψυχωσικός παράγοντας επόμενης γενιάς. Πρόκειται για έναν θετικό αλλοστερικό ρυθμιστή (PAM) του μουσκαρινικού υποδοχέα Μ4 και μελετάται για τη θεραπεία της σχιζοφρένειας, μιας νόσου που πλήττει περίπου 24 εκατομμύρια ανθρώπους διεθνώς. Στη μελέτη Φάσης 1b, το emraclidine έχει αποδείξει ελπιδοφόρα αποτελέσματα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια. Παράλληλα, δύο δοκιμές Φάσης 2 βρίσκονται σε εξέλιξη, με στόχο τη συγκέντρωση δεδομένων που θα επιτρέψουν την κατάθεση αιτήματος έγκρισης.
Το tavapadon, ένας καινοτόμος εκλεκτικός μερικός αγωνιστής των υποδοχέων ντοπαμίνης D1/D5 για τη θεραπεία της νόσου του Πάρκινσον, βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε μελέτες Φάσης 3. Σύμφωνα με τα στοιχεία, έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί τόσο ως μονοθεραπεία όσο και ως συμπληρωματική θεραπεία. Με βάση την αποτελεσματικότητα και το προφίλ ασφάλειας και ανεκτικότητάς του, το tavapadon θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την πρώιμη νόσο του Πάρκινσον. Βραχυπρόθεσμα, μπορεί επίσης να αποτελέσει μια συμπληρωματική θεραπεία στις υπάρχουσες συμπτωματικές θεραπείες της AbbVie για την προχωρημένη νόσο του Πάρκινσον. Να σημειωθεί ότι πρόσφατα, το tavapadon πέτυχε το πρωτεύον καταληκτικό σημείο σε μια πιλοτική μελέτη Φάσης 3. Αναμένονται επίσης δεδομένα από επιπλέον μελέτες Φάσης 3 του tavapadon εντός του 2024.
Το CVL-354, το οποίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη Φάση 1, είναι ένας δυνατός ανταγωνιστής του υποδοχέα κ-οπιοειδών (KOR). Κατά την ανακοίνωση, έχει τη δυνατότητα να προσφέρει σημαντικά βελτιωμένη αποτελεσματικότητα και ανεκτικότητα σε σύγκριση με τις υπάρχουσες θεραπείες για τη μείζονα καταθλιπτική διαταραχή. Το darigabat, το οποίο βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη Φάση 2, είναι ένας θετικός αλλοστερικός ρυθμιστής (PAM) που επικεντρώνεται επιλεκτικά τις υπομονάδες α2/3/5 του υποδοχέα GABA τύπου A. Εξετάζεται για τη θεραπεία της ανθεκτικής στη θεραπεία επιληψίας και της διαταραχής πανικού.
Η AbbVie επαναβεβαιώνει την πρόβλεψη για προσαρμοσμένα απομειωμένα κέρδη ανά μετοχή το 2024, η οποία κυμαίνεται από 10,71 έως 10,91 δολάρια. Επίσης, επιβεβαιώνει την πρόβλεψη για προσαρμοσμένα απομειωμένα κέρδη ανά μετοχή για το τρίτο τρίμηνο, η οποία αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 2,92 και 2,96 δολαρίων.