marketinsiders.gr

Σύμφωνα με την Κατάταξη Ψηφιακής Ανταγωνιστικότητας 2024 του IMD, η Σιγκαπούρη κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ 67 παγκόσμιων οικονομιών, επιβεβαιώνοντας τη δυναμική της στον τομέα της ψηφιακής καινοτομίας. Ακολουθούν η Ελβετία στη δεύτερη θέση και η Δανία στην τρίτη, με την κατάταξη να βασίζεται σε παράγοντες όπως η τεχνολογική ανάπτυξη, η υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων και η επιχειρηματική ευελιξία.

Σημαντική, αν και περιορισμένη, πρόοδο σημείωσε η Ελλάδα στον Δείκτη Ψηφιακής Ανταγωνιστικότητας του IMD για το 2024, ανεβαίνοντας τρεις θέσεις και κατακτώντας την 49η θέση μεταξύ 67 οικονομιών σε διεθνές επίπεδο. Παρά τις διαρθρωτικές προκλήσεις, η εξέλιξη αυτή αντανακλά τη βελτίωση της ψηφιακής ετοιμότητας της χώρας, αν και η σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες αναδεικνύει περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης.

Η αξιολόγηση του IMD World Digital Competitiveness Ranking (WDCR) εστιάζει σε τρεις θεμελιώδεις άξονες: γνώση, τεχνολογία και ετοιμότητα για το μέλλον. Παρότι η Ελλάδα παραμένει σε χαμηλές θέσεις και στους τρεις, καταγράφει μικρά αλλά σημαντικά βήματα προόδου.

Ειδικότερα, καταγράφηκε πρόοδος σε υποδείκτες που αφορούν την τεχνολογική υποδομή και την ικανότητα προσαρμογής των επιχειρήσεων στις νέες ψηφιακές προκλήσεις.

Η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλά στον δείκτη “Γνώση”, καθώς αντιμετωπίζει δυσκολίες στην εκπαίδευση και την έρευνα. Παρόλο που διαθέτει αξιόλογα επιστημονικά ταλέντα, οι ελλείψεις στις επενδύσεις και οι αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος περιορίζουν την ικανότητά της να διαμορφώσει μια ανταγωνιστική ψηφιακή οικονομία.

Η Ελλάδα σημειώνει πρόοδο στον δείκτη “Τεχνολογία”, με αυξημένες επενδύσεις σε υποδομές και βελτίωση της διαδικτυακής συνδεσιμότητας. Ωστόσο, παραμένει πίσω σε κρίσιμους τομείς, όπως η καινοτομία και η ενσωμάτωση εξελιγμένων τεχνολογιών στη διακυβέρνηση.

Η περιορισμένη ετοιμότητα της Ελλάδας για την υιοθέτηση ψηφιακών τεχνολογιών αποτυπώνεται στον δείκτη “Ετοιμότητα για το Μέλλον”. Η έλλειψη επιχειρηματικής ευελιξίας και η απουσία μιας κουλτούρας που να προάγει την καινοτομία αποτελούν σημαντικά εμπόδια στην ψηφιακή της πρόοδο.

Παρόλο που υπάρχουν προκλήσεις, η Ελλάδα διαθέτει θετικά στοιχεία που μπορούν να συμβάλουν στη μελλοντική της ανάπτυξη:

– Ανθρώπινο δυναμικό με υψηλή κατάρτιση: Η χώρα διαθέτει σημαντικό αριθμό ειδικών που μπορούν να συμβάλουν στην εξέλιξη των ψηφιακών τεχνολογιών.

– Κονδύλια από την Ευρώπη: Οι ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες για την ενίσχυση των υποδομών και την προαγωγή της καινοτομίας.

Οι χώρες με τη μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα

Σύμφωνα με την Κατάταξη Ψηφιακής Ανταγωνιστικότητας 2024 (WDCR), που δημοσιεύει κάθε χρόνο το World Competitiveness Center (WCC) του IMD, κατέταξε τη Σιγκαπούρη στην κορυφή ανάμεσα σε 67 χώρες, με την Ελβετία και τη Δανία να καταλαμβάνουν τη δεύτερη και τρίτη θέση, αντίστοιχα.

Η έκθεση τονίζει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI), το blockchain και η κβαντική υπολογιστική μπορούν αφενός να εντείνουν το ψηφιακό χάσμα, αφετέρου να επιταχύνουν την καινοτομία και να διαμορφώσουν το μέλλον βιομηχανιών, οικονομιών και κοινωνιών.

Οι χώρες που επενδύουν στρατηγικά σε αυτές τις τεχνολογίες μπορούν να ενισχύσουν τη θέση τους στον ψηφιακό ανταγωνισμό, οδηγώντας σε διαρκή οικονομική ανάπτυξη, υψηλότερη παραγωγικότητα και αυξημένη διεθνή επιρροή. Σημαντικοί δείκτες για την αξιολόγηση της ψηφιακής ανταγωνιστικότητας περιλαμβάνουν τις πατέντες προηγμένης τεχνολογίας, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και και την ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

Οι ΗΠΑ βρέθηκαν στην τέταρτη θέση, σημειώνοντας πτώση τριών θέσεων, εξαιτίας της οικονομικής επιβάρυνσης των συμβάσεων και της περίπλοκης νομικής δομής. Παρά την πτώση, διατήρησαν την πρωτιά στον Δείκτη Εκπαίδευσης στην Πληροφορική, με την Κίνα και το Ηνωμένο Βασίλειο στις επόμενες θέσεις.